Παρακωλύω στα σλοβενικά

Μετάφραση: παρακωλύω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bránit, ovirati, ovirajte, ovirajo, ovira, ovirala
Παρακωλύω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακωλύω

παρακωλύω ορισμος, παρακωλύω συνώνυμα, παρακωλύω συνωνυμο, παραλύω συνώνυμα, παρακωλύω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, παρακωλύω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • παρακράτηση στα σλοβενικά - odtegljaja, odtegljaj, odtegnjeni, viru odtegnjeni, pri viru odtegnjeni
  • παρακρατώ στα σλοβενικά - burza, zaloga, rezervirati, rezerva, zadrži, zadržati, zadržijo, ...
  • παρακώλυση στα σλοβενικά - obstrukcija, oviranje, obstrukcijo, obstrukcije, zamašitev
  • παραλέω στα σλοβενικά - paraleo
Τυχαίες λέξεις
Παρακωλύω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: bránit, ovirati, ovirajte, ovirajo, ovira, ovirala