Παρακωλύω στα ουγγρικά
Μετάφραση: παρακωλύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
akadályozzák, akadályozza, akadályozhatja, akadályozhatják, takarja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακωλύω
παρακωλύω ορισμος, παρακωλύω συνώνυμα, παρακωλύω συνωνυμο, παραλύω συνώνυμα, παρακωλύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, παρακωλύω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- παρακράτηση στα ουγγρικά - rekedés, visszatartás, forrásadó, forrásadót, visszatartása, forrásadónak
- παρακρατώ στα ουγγρικά - raktárkészlet, törzsállomány, szokványos, árukészlet, raktárállomány, tartaléksereg, viola, ...
- παρακώλυση στα ουγγρικά - meggátlás, akadály, obstrukció, elzáródás, akadályt, elzáródása
- παραλέω στα ουγγρικά - paraleo
Τυχαίες λέξεις
Παρακωλύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: akadályozzák, akadályozza, akadályozhatja, akadályozhatják, takarja
Μεταφράσεις: akadályozzák, akadályozza, akadályozhatja, akadályozhatják, takarja