Παρακωλύω στα ισλανδικά
Μετάφραση: παρακωλύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hindra, aftra, hindrað, hamla, hindri, í vegi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακωλύω
παρακωλύω ορισμος, παρακωλύω συνώνυμα, παρακωλύω συνωνυμο, παραλύω συνώνυμα, παρακωλύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παρακωλύω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- παρακράτηση στα ισλανδικά - staðgreiðsla, staðgreiðslu, eftirhaldandi, reikna staðgreiðslu, reikna staðgreiðslu af
- παρακρατώ στα ισλανδικά - hlutabréf, halda, halda eftir, synja, að halda eftir, hleypa ekki nýjum aðilum
- παρακώλυση στα ισλανδικά - teppa, teppa í, stíflað, stífla í, Þrengingar í
- παραλέω στα ισλανδικά - ýkja, paraleo
Τυχαίες λέξεις
Παρακωλύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hindra, aftra, hindrað, hamla, hindri, í vegi
Μεταφράσεις: hindra, aftra, hindrað, hamla, hindri, í vegi