Παρακωλύω στα ρουμανικά
Μετάφραση: παρακωλύω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
împiedica, obstrucționa, obstrucționeze, împiedice, obstrucționează
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακωλύω
παρακωλύω ορισμος, παρακωλύω συνώνυμα, παρακωλύω συνωνυμο, παραλύω συνώνυμα, παρακωλύω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, παρακωλύω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- παρακράτηση στα ρουμανικά - memorie, retinere la sursa, reținere la sursă, reținut la sursă, reținute la sursă, la sursă
- παρακρατώ στα ρουμανικά - provizie, rezervă, banal, rezerva, rasă, reține, rețină, ...
- παρακώλυση στα ρουμανικά - obstacol, impediment, obstrucție, obstructie, obstrucția, obstructia
- παραλέω στα ρουμανικά - paraleo
Τυχαίες λέξεις
Παρακωλύω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: împiedica, obstrucționa, obstrucționeze, împiedice, obstrucționează
Μεταφράσεις: împiedica, obstrucționa, obstrucționeze, împiedice, obstrucționează