Προσκρούω στα εσθονικά

Μετάφραση: προσκρούω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kokkupõrge, krahh, muhk, müts, müksatus, mütsatama, keemistsentrid
Προσκρούω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκρούω

προσκρούω μετάφραση στα αγγλικά, προσκρούω συνώνυμο, προσκρούω συνώνυμα, προσκρούω λεξικό γλώσσας εσθονικά, προσκρούω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • προσκολλώμαι στα εσθονικά - kinnituma, klammerduma, toidukilega, klammerduvad, toidukilesse, kindla toidukilega
  • προσκομίζω στα εσθονικά - tootma, lavastama, esitama, esitanud, esitas, esita, tõendavaid
  • προσκτώμαι στα εσθονικά - partner, liituma, prosktomai
  • προσκυνητής στα εσθονικά - rändur, palverändur, Pilgrim, palverändurite, palveränduri, palverännak
Τυχαίες λέξεις
Προσκρούω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kokkupõrge, krahh, muhk, müts, müksatus, mütsatama, keemistsentrid