Προσκρούω στα κροατικά

Μετάφραση: προσκρούω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
krah, lomljava, prasak, tresak, tresnuti, sudar, sukob, džomba, udariti, naletjeti, bump, čvoruga
Προσκρούω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκρούω

προσκρούω μετάφραση στα αγγλικά, προσκρούω συνώνυμο, προσκρούω συνώνυμα, προσκρούω λεξικό γλώσσας κροατικά, προσκρούω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • προσκολλώμαι στα κροατικά - adekvatno, odgovarajući, odgovarajuće, odgovarajuća, prianjati, prilijepiti, drže, ...
  • προσκομίζω στα κροατικά - iznijeti, navesti, predočiti, priloži, predočila
  • προσκτώμαι στα κροατικά - sjediniti, pripojiti, spojiti, usiniti, udružiti, prosktomai
  • προσκυνητής στα κροατικά - hadžija, poklonik, hodočasnik, hodočasnička, hodočasnica, hodočasnik se
Τυχαίες λέξεις
Προσκρούω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: krah, lomljava, prasak, tresak, tresnuti, sudar, sukob, džomba, udariti, naletjeti, bump, čvoruga