Προσκρούω στα σουηδικά
Μετάφραση: προσκρούω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
olycka, bump, stöta, stöter, bula, springa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκρούω
προσκρούω μετάφραση στα αγγλικά, προσκρούω συνώνυμο, προσκρούω συνώνυμα, προσκρούω λεξικό γλώσσας σουηδικά, προσκρούω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- προσκολλώμαι στα σουηδικά - åtsmitande, cling, klamra, vidhäftande, vidhäftning
- προσκομίζω στα σουηδικά - frambringa, skapa, alstra, framkalla, anföra, åberopa, föra, ...
- προσκτώμαι στα σουηδικά - prosktomai
- προσκυνητής στα σουηδικά - pilgrim, pilgrimen, pilgrims, vallfärda, vallfärdar
Τυχαίες λέξεις
Προσκρούω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: olycka, bump, stöta, stöter, bula, springa
Μεταφράσεις: olycka, bump, stöta, stöter, bula, springa