Προσκρούω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: προσκρούω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
судрат, се судрат, bump, да се судрат
Προσκρούω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκρούω

προσκρούω μετάφραση στα αγγλικά, προσκρούω συνώνυμο, προσκρούω συνώνυμα, προσκρούω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, προσκρούω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • προσκολλώμαι στα σλαβομακεδονικά - се држат, приврзуваат, проѕирна, држат, прилепвам
  • προσκομίζω στα σλαβομακεδονικά - приложил, наведат, наведе, наведам
  • προσκτώμαι στα σλαβομακεδονικά - prosktomai
  • προσκυνητής στα σλαβομακεδονικά - аџија, поклоник, поклоничко, аџилак, странецу
Τυχαίες λέξεις
Προσκρούω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: судрат, се судрат, bump, да се судрат