Προστακτική στα εσθονικά
Μετάφραση: προστακτική, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
käsk, kohustus, imperatiiv, Imperatiivsetest, Tungiva, kui Imperatiivsetest, Hädavajalikkus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προστακτική
προστακτική ενεστώτα μπαίνω, προστακτική μέσης φωνής, προστακτική του επιλέγω, προστακτική λατινικά, προστακτική γ δημοτικού, προστακτική λεξικό γλώσσας εσθονικά, προστακτική στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- προστίθεμαι στα εσθονικά - lisanduma, prostithemai
- προσταγή στα εσθονικά - juhtima, tellimus, käsutama, käsk, ordu, kord, käsu, ...
- προστασία στα εσθονικά - kaitse, hool, eestkoste, auspiits, kaitset, kaitseks, kaitsele, ...
- προστατευτικός στα εσθονικά - kaitsev, kaitsva, kaitsevahendid, kaitseriietus, kaitseriietust
Τυχαίες λέξεις
Προστακτική στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: käsk, kohustus, imperatiiv, Imperatiivsetest, Tungiva, kui Imperatiivsetest, Hädavajalikkus
Μεταφράσεις: käsk, kohustus, imperatiiv, Imperatiivsetest, Tungiva, kui Imperatiivsetest, Hädavajalikkus