Προστακτική στα φινλανδικά
Μετάφραση: προστακτική, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
käskevä, pakollinen, imperatiivi, pakottavuus, Imperative, mukaisista pakottavista, välttämättömyys
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προστακτική
προστακτική ενεστώτα μπαίνω, προστακτική μέσης φωνής, προστακτική του επιλέγω, προστακτική λατινικά, προστακτική γ δημοτικού, προστακτική λεξικό γλώσσας φινλανδικά, προστακτική στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- προστίθεμαι στα φινλανδικά - karttua, koitua, kasvaa, prostithemai
- προσταγή στα φινλανδικά - vaatia, käsky, yhteiskunta, määrätä, kerho, määräys, veljeskunta, ...
- προστασία στα φινλανδικά - tuki, peite, suojaus, asiakaskunta, asiakkaat, suoja, kulttuurin tukeminen, ...
- προστατευτικός στα φινλανδικά - tarkka, suojaava, suojeleva, suojaavan, suojatoimenpiteistä, suojaavia, suojatoimenpiteitä
Τυχαίες λέξεις
Προστακτική στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: käskevä, pakollinen, imperatiivi, pakottavuus, Imperative, mukaisista pakottavista, välttämättömyys
Μεταφράσεις: käskevä, pakollinen, imperatiivi, pakottavuus, Imperative, mukaisista pakottavista, välttämättömyys