Προστακτική στα τούρκικα
Μετάφραση: προστακτική, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
zorunlu, Imperative, zorunluluk, emir kipi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προστακτική
προστακτική ενεστώτα μπαίνω, προστακτική μέσης φωνής, προστακτική του επιλέγω, προστακτική λατινικά, προστακτική γ δημοτικού, προστακτική λεξικό γλώσσας τούρκικα, προστακτική στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- προστίθεμαι στα τούρκικα - prostithemai
- προσταγή στα τούρκικα - komut, emretmek, düzenlemek, emir, kurum, tertip, dernek, ...
- προστασία στα τούρκικα - barınak, yardım, himaye, koruma, koruması, korunması, koruyucu, ...
- προστατευτικός στα τούρκικα - koruyucu, koruma, koruyucu bir, korunma
Τυχαίες λέξεις
Προστακτική στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: zorunlu, Imperative, zorunluluk, emir kipi
Μεταφράσεις: zorunlu, Imperative, zorunluluk, emir kipi