Αποδοχές στα ισλανδικά
Μετάφραση: αποδοχές, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hagnaður, tekjur, hagnaður á, Hagnaðarhlutur, eftir skatta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοχές
αποδοχές φορολογούμενες με ειδικό τρόπο ή αυτοτελώς, αποδοχές απαλλασσόμενες στο σύνολό τους, αποδοχές δημοσίων υπαλλήλων, αποδοχές γενικού γραμματέα υπουργείου, αποδοχές δικαστών, αποδοχές λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αποδοχές στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αποδοτικός στα ισλανδικά - afkastamikill, duglegur, skilvirkari, skilvirk, skilvirka, skilvirkt
- αποδοτικότητα στα ισλανδικά - skilvirkni, hagkvæmni, Nýtni, afköst, dugnaður
- αποδοχή στα ισλανδικά - staðfestingu, samþykki, staðfesting, viðurkenningu, móttöku
- αποδυναμώνομαι στα ισλανδικά - féfletta, impoverish, að féfletta, þess að féfletta
Τυχαίες λέξεις
Αποδοχές στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hagnaður, tekjur, hagnaður á, Hagnaðarhlutur, eftir skatta
Μεταφράσεις: hagnaður, tekjur, hagnaður á, Hagnaðarhlutur, eftir skatta