Αποδοχές στα τσεχικά

Μετάφραση: αποδοχές, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
příjem, odměna, mzda, výdělek, zisk, příjmy, výnosy, zisky
Αποδοχές στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδοχές

αποδοχές φορολογούμενες με ειδικό τρόπο ή αυτοτελώς, αποδοχές απαλλασσόμενες στο σύνολό τους, αποδοχές δημοσίων υπαλλήλων, αποδοχές γενικού γραμματέα υπουργείου, αποδοχές δικαστών, αποδοχές λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποδοχές στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αποδοτικός στα τσεχικά - schopný, účinný, zdatný, dělný, efektivní, prospěšný, pohotový, ...
  • αποδοτικότητα στα τσεχικά - efektivnost, účinnost, účinnosti, efektivita, výkonnost
  • αποδοχή στα τσεχικά - příjem, přijetí, akceptace, akcept, souhlas, převzetí, přijímání
  • αποδυναμώνομαι στα τσεχικά - slábnout, zeslabit, ochabnout, oslabit, oslabovat, zeslábnout, ochudit, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποδοχές στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: příjem, odměna, mzda, výdělek, zisk, příjmy, výnosy, zisky