Αποδοχές στα ρουμανικά
Μετάφραση: αποδοχές, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
salariu, beneficiu, câștig, câștigurile, venituri, câștiguri, veniturile
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοχές
αποδοχές φορολογούμενες με ειδικό τρόπο ή αυτοτελώς, αποδοχές απαλλασσόμενες στο σύνολό τους, αποδοχές δημοσίων υπαλλήλων, αποδοχές γενικού γραμματέα υπουργείου, αποδοχές δικαστών, αποδοχές λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αποδοχές στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αποδοτικός στα ρουμανικά - eficace, eficient, eficientă, eficiente, de eficiente, eficienta
- αποδοτικότητα στα ρουμανικά - eficiență, eficiența, eficienței, eficienta, eficientei
- αποδοχή στα ρουμανικά - recepţie, acceptare, acceptarea, de acceptare, acceptării, acceptarea de
- αποδυναμώνομαι στα ρουμανικά - sărăci, sărăcesc, sărăcească, sărăcește, saracirea
Τυχαίες λέξεις
Αποδοχές στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: salariu, beneficiu, câștig, câștigurile, venituri, câștiguri, veniturile
Μεταφράσεις: salariu, beneficiu, câștig, câștigurile, venituri, câștiguri, veniturile