Αποδοχές στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποδοχές, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kereset, jövedelem, jövedelmek, nyereség, eredmény
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοχές
αποδοχές φορολογούμενες με ειδικό τρόπο ή αυτοτελώς, αποδοχές απαλλασσόμενες στο σύνολό τους, αποδοχές δημοσίων υπαλλήλων, αποδοχές γενικού γραμματέα υπουργείου, αποδοχές δικαστών, αποδοχές λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποδοχές στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποδοτικός στα ουγγρικά - termelékeny, jutalmazó, hatékony, hatékonyabb, a hatékony, hatékonyan, eredményes
- αποδοτικότητα στα ουγγρικά - hatékonyság, hatásosság, hatékonyságának, hatékonyságát, hatékonysága, hatékonyságot
- αποδοχή στα ουγγρικά - elfogadvány, elfogadás, elfogadása, elfogadását, elfogadási, elfogadó
- αποδυναμώνομαι στα ουγγρικά - leszegényedik, elszegényít, elszegényíti, szegényebbé, szegényíti
Τυχαίες λέξεις
Αποδοχές στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kereset, jövedelem, jövedelmek, nyereség, eredmény
Μεταφράσεις: kereset, jövedelem, jövedelmek, nyereség, eredmény