Διαπιστεύω στα ισλανδικά
Μετάφραση: διαπιστεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
faggilda, accredit
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπιστεύω
διαπιστεύω προταση, διαπιστεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαπιστεύω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαπερατότητα στα ισλανδικά - gegndræpi, gegndræpið, lekt, þéttleiki rýmis
- διαπερνώ στα ισλανδικά - komast, troða sér í gegnum, komast inn, að komast, troða
- διαπιστώνω στα ισλανδικά - stofnsetja, ATH, athugið, huga, athugasemd, N ATH
- διαπληκτίζομαι στα ισλανδικά - illdeilur, þrefa, halda því fram, halda, halda því, að halda því fram, rökrætt
Τυχαίες λέξεις
Διαπιστεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: faggilda, accredit
Μεταφράσεις: faggilda, accredit