Διαπιστεύω στα νορβηγικά

Μετάφραση: διαπιστεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
akkreditere, akkreditering, akkrediteres, å akkreditere, akkrediterer
Διαπιστεύω στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπιστεύω

διαπιστεύω προταση, διαπιστεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διαπιστεύω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • διαπερατότητα στα νορβηγικά - permeabilitet, permeabiliteten, gjennomtrengelighet, gjennomtrengeligheten
  • διαπερνώ στα νορβηγικά - gjennomtrenge, trenge, trenge inn, trenge gjennom, penetrere, trenge inn i
  • διαπιστώνω στα νορβηγικά - etablere, grunne, stifte, anlegge, opprette, note, notat, ...
  • διαπληκτίζομαι στα νορβηγικά - argumentere, trette, krangel, strid, hevder, hevde, krangle, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαπιστεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: akkreditere, akkreditering, akkrediteres, å akkreditere, akkrediterer