Διαπιστεύω στα σλοβενικά

Μετάφραση: διαπιστεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
akreditirati, akreditira, akreditirajo, akreditaciji
Διαπιστεύω στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπιστεύω

διαπιστεύω προταση, διαπιστεύω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, διαπιστεύω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • διαπερατότητα στα σλοβενικά - propustnost, prepustnost, prepustnosti, prepustnostjo, permeabilnost
  • διαπερνώ στα σλοβενικά - prodrejo, prodre, prodreti, prodirati, prodirajo
  • διαπιστώνω στα σλοβενικά - ustanovit, založit, opomba, note, opozorilo, opombo, nota
  • διαπληκτίζομαι στα σλοβενικά - trdijo,, trdijo, trditi, trdita, menijo
Τυχαίες λέξεις
Διαπιστεύω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: akreditirati, akreditira, akreditirajo, akreditaciji