Διασπώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: διασπώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Rive
Διασπώ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασπώ

διασπώ συνώνυμα, διασπώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διασπώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διασπείρω στα ισλανδικά - dreifa, intersperse
  • διασπορά στα ισλανδικά - dreifing, dreifingu, dreifilausn, dreifilausnin, leysist
  • διαστέλλω στα ισλανδικά - víkka, dilate
  • διασταλτός στα ισλανδικά - dilatable
Τυχαίες λέξεις
Διασπώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Rive