Διασπώ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: διασπώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Рив, риф, речни
Διασπώ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασπώ

διασπώ συνώνυμα, διασπώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διασπώ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • διασπείρω στα σλαβομακεδονικά - едитирате
  • διασπορά στα σλαβομακεδονικά - дисперзија, дисперзијата, дисперзија на, дисперзираност, на дисперзија
  • διαστέλλω στα σλαβομακεδονικά - се шират, ги прошируваат, шират, дилатира, да се шират
  • διασταλτός στα σλαβομακεδονικά - dilatable
Τυχαίες λέξεις
Διασπώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Рив, риф, речни