Διασπώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: διασπώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odvést, rive, Cijepati
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασπώ
διασπώ συνώνυμα, διασπώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, διασπώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- διασπείρω στα σλοβενικά - Razasuti
- διασπορά στα σλοβενικά - disperzija, razpršenost, disperzije, disperzijsko, disperzijo
- διαστέλλω στα σλοβενικά - Rastegnuti, širijo, dilate, razširiti krvnih, razširjevanje
- διασταλτός στα σλοβενικά - dvo-
Τυχαίες λέξεις
Διασπώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: odvést, rive, Cijepati
Μεταφράσεις: odvést, rive, Cijepati