Διασπώ στα κροατικά

Μετάφραση: διασπώ, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pomesti, odvratiti, poremetiti, zbuniti, cijepati, Rive, raskinuti, raskinuti se
Διασπώ στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασπώ

διασπώ συνώνυμα, διασπώ λεξικό γλώσσας κροατικά, διασπώ στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • διασπείρω στα κροατικά - izvjestilac, referent, rasturati, bacati, sijati, prosuti, raspršenost, ...
  • διασπορά στα κροατικά - raspršivanje, disperzija, disperzije, -tna disperzija, disperziju
  • διαστέλλω στα κροατικά - raširiti, proširivati, ekspandirati, širiti, razgranati, naduti, širenje, ...
  • διασταλτός στα κροατικά - rastegljiv
Τυχαίες λέξεις
Διασπώ στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: pomesti, odvratiti, poremetiti, zbuniti, cijepati, Rive, raskinuti, raskinuti se