Διασπώ στα τσεχικά
Μετάφραση: διασπώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyrušit, rozptýlit, pobavit, odvést, odvrátit, rozrušit, rozštěpit, urvat, Rive
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασπώ
διασπώ συνώνυμα, διασπώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, διασπώ στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διασπείρω στα τσεχικά - rozsít, rozsypat, tříštit, rozházet, rozšiřovat, rozmnožovat, rozmetat, ...
- διασπορά στα τσεχικά - rozšiřování, šíření, rozptylování, rozptýlení, rozptyl, disperze, disperzní, ...
- διαστέλλω στα τσεχικά - zvětšit, rozložit, rozkládat, rozpínat, rozbalit, rozšířit, rozvinout, ...
- διασταλτός στα τσεχικά - rozpínavý, rozšířený
Τυχαίες λέξεις
Διασπώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyrušit, rozptýlit, pobavit, odvést, odvrátit, rozrušit, rozštěpit, urvat, Rive
Μεταφράσεις: vyrušit, rozptýlit, pobavit, odvést, odvrátit, rozrušit, rozštěpit, urvat, Rive