Δοσοληψία στα ισλανδικά
Μετάφραση: δοσοληψία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
viðskipti, Viðskiptin, viðskipta, Kaupin, færslu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοσοληψία
δοσοληψία ετυμολογια, δοσοληψία συνώνυμο, δοσοληψία λεξικο, δοσοληψία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δοσοληψία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δονούμαι στα ισλανδικά - pulsate
- δορυφόρος στα ισλανδικά - gervitungl, Satellite, gervihnött, gervihnattasjónvarp
- δοσολογία στα ισλανδικά - skammtur, skömmtum, skammta, Skammtaform, skammtaformið
- δουκάτο στα ισλανδικά - hertogadæmið
Τυχαίες λέξεις
Δοσοληψία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: viðskipti, Viðskiptin, viðskipta, Kaupin, færslu
Μεταφράσεις: viðskipti, Viðskiptin, viðskipta, Kaupin, færslu