Δοσοληψία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: δοσοληψία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
traficar, tráfego, tradicional, circulação, transação, transacção, transações, de transação, de transações
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοσοληψία
δοσοληψία ετυμολογια, δοσοληψία συνώνυμο, δοσοληψία λεξικο, δοσοληψία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δοσοληψία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- δονούμαι στα πορτογαλικά - pulsar, pulsam, pulsate, vibrar, palpitar
- δορυφόρος στα πορτογαλικά - inglês, satélite, satélites, por satélite, via satélite, de satélite
- δοσολογία στα πορτογαλικά - dosagens, dose, dosagem, de dosagem, dosagem de, posologia
- δουκάτο στα πορτογαλικά - ducado, duchy
Τυχαίες λέξεις
Δοσοληψία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: traficar, tráfego, tradicional, circulação, transação, transacção, transações, de transação, de transações
Μεταφράσεις: traficar, tráfego, tradicional, circulação, transação, transacção, transações, de transação, de transações