Δοσοληψία στα ουγγρικά

Μετάφραση: δοσοληψία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
közlekedés, tranzakció, megkötés, ügylet, tranzakciós, ügyleti, tranzakciót
Δοσοληψία στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοσοληψία

δοσοληψία ετυμολογια, δοσοληψία συνώνυμο, δοσοληψία λεξικο, δοσοληψία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δοσοληψία στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • δονούμαι στα ουγγρικά - lüktet, pulzálnak, lüktetni, pulzálni, pulzál
  • δορυφόρος στα ουγγρικά - mellékbolygó, műhold, műholdas, műholdas-, a műholdas
  • δοσολογία στα ουγγρικά - adag, adagolás, adagolási, dózis, dózist
  • δουκάτο στα ουγγρικά - hercegség, Nagyhercegség, hercegségben, Nagyhercegséget, hercegséget
Τυχαίες λέξεις
Δοσοληψία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: közlekedés, tranzakció, megkötés, ügylet, tranzakciós, ügyleti, tranzakciót