Δοσοληψία στα σλοβενικά
Μετάφραση: δοσοληψία, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
promet, posel, transakcija, transakcije, transakcij, transakcijo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοσοληψία
δοσοληψία ετυμολογια, δοσοληψία συνώνυμο, δοσοληψία λεξικο, δοσοληψία λεξικό γλώσσας σλοβενικά, δοσοληψία στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- δονούμαι στα σλοβενικά - bít, pulzira, pulzirajoča, Pulsirati, s Pulsirati
- δορυφόρος στα σλοβενικά - satelit, družice, satelitsko, satelitski, satelitske, satelitskega
- δοσολογία στα σλοβενικά - dóza, dávka, Odmerek, odmerjanje, doziranje, doza, odmerjanja
- δουκάτο στα σλοβενικά - kneževina, vojvodina, vojvodstvo, vojvodstva, vojvodstvu
Τυχαίες λέξεις
Δοσοληψία στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: promet, posel, transakcija, transakcije, transakcij, transakcijo
Μεταφράσεις: promet, posel, transakcija, transakcije, transakcij, transakcijo