Εισβολή στα ισλανδικά

Μετάφραση: εισβολή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
innrás, innrásina, Invasion, Innrásin, innrásar
Εισβολή στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισβολή

εισβολή imdb, εισβολή κύπρος, εισβολή στην ουκρανία, εισβολή αστυνομικών σε τουαλέτες σχολείων της καβάλας, εισβολή άλφα, εισβολή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εισβολή στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εισβάλλω στα ισλανδικά - ráðast, ráðast inn, ráðast inn í, að ráðast inn, innrás
  • εισβολέας στα ισλανδικά - árásarmaður, er árásarmaður
  • εισιτήριο στα ισλανδικά - miði, aðgöngumiði, farmiði, miða, ferðum, miðum, á miðum, ...
  • εισπνέω στα ισλανδικά - anda, anda að sér, innöndunar, andar, anda að
Τυχαίες λέξεις
Εισβολή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: innrás, innrásina, Invasion, Innrásin, innrásar