Εισβολή στα πολωνικά

Μετάφραση: εισβολή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
najazd, napad, włamanie, naruszenie, wdarcie, wtargnięcie, inwazja, Invasion, inwazji, inwazję
Εισβολή στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισβολή

εισβολή imdb, εισβολή κύπρος, εισβολή στην ουκρανία, εισβολή αστυνομικών σε τουαλέτες σχολείων της καβάλας, εισβολή άλφα, εισβολή λεξικό γλώσσας πολωνικά, εισβολή στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • εισβάλλω στα πολωνικά - najechać, zaatakować, atakować, najeżdżać, wtargnąć, najść, naruszać, ...
  • εισβολέας στα πολωνικά - włamywacz, intruz, natręt, komandos, napastnik, zaborca, najeźdźca, ...
  • εισιτήριο στα πολωνικά - etykieta, karnet, numerek, mandat, bilet, bon, kupon, ...
  • εισπνέω στα πολωνικά - inhalować, wdychać, wdech, wdychac, wdychania
Τυχαίες λέξεις
Εισβολή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: najazd, napad, włamanie, naruszenie, wdarcie, wtargnięcie, inwazja, Invasion, inwazji, inwazję