Εισβολή στα φινλανδικά
Μετάφραση: εισβολή, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hyökkäys, invaasio, hyökkäyksen, hyökkäystä, invaasion
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισβολή
εισβολή imdb, εισβολή κύπρος, εισβολή στην ουκρανία, εισβολή αστυνομικών σε τουαλέτες σχολείων της καβάλας, εισβολή άλφα, εισβολή λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εισβολή στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εισβάλλω στα φινλανδικά - loukata, hyökätä, miehittää, valloittaa, vallata, tunkeutua, hyökkäämään, ...
- εισβολέας στα φινλανδικά - hyökkääjä, hyökkääjän, hyökkääjälle, hyökkääjät, hyökkääjää
- εισιτήριο στα φινλανδικά - pääsylippu, matkalippu, sisäänpääsylippu, lippu, lentolippua, lipun, lippujen, ...
- εισπνέω στα φινλανδικά - hengittää, hengittää sisään, hengitä, hengittävät, hengittämistä
Τυχαίες λέξεις
Εισβολή στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hyökkäys, invaasio, hyökkäyksen, hyökkäystä, invaasion
Μεταφράσεις: hyökkäys, invaasio, hyökkäyksen, hyökkäystä, invaasion