Εισβολή στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εισβολή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўварванне, уварванне, ўварваньне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισβολή
εισβολή imdb, εισβολή κύπρος, εισβολή στην ουκρανία, εισβολή αστυνομικών σε τουαλέτες σχολείων της καβάλας, εισβολή άλφα, εισβολή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εισβολή στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εισβάλλω στα λευκορωσικά - ўрывацца, урывацца, ўмешвацца
- εισβολέας στα λευκορωσικά - атакуючы, атакавалы, атакавальны
- εισιτήριο στα λευκορωσικά - білет, квіток, білетаў
- εισπνέω στα λευκορωσικά - ўдыхаць, удыхаць, дыхаць, ўдыхаюць
Τυχαίες λέξεις
Εισβολή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўварванне, уварванне, ўварваньне
Μεταφράσεις: ўварванне, уварванне, ўварваньне