Καταρρέω στα ισλανδικά
Μετάφραση: καταρρέω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hrun, molder
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταρρέω
καταρρέω ετυμολογία, καταρρέω αγγλικα, καταρρέω συνωνυμο, καταρρέω english, καταρρέω παπακωνσταντίνου, καταρρέω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καταρρέω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- καταριέμαι στα ισλανδικά - blóta, bölva, bölvun, formæling, bölvunin, sú bölvun
- καταρράκτης στα ισλανδικά - drer, Cataract, fossinn, við fossinn
- καταρρακτώδης στα ισλανδικά - torrential
- καταρροή στα ισλανδικά - catarrh
Τυχαίες λέξεις
Καταρρέω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hrun, molder
Μεταφράσεις: hrun, molder