Καταρρέω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: καταρρέω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
творец
Καταρρέω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταρρέω

καταρρέω ετυμολογία, καταρρέω αγγλικα, καταρρέω συνωνυμο, καταρρέω english, καταρρέω παπακωνσταντίνου, καταρρέω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καταρρέω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • καταριέμαι στα σλαβομακεδονικά - проклетство, клетва, проклетството, клетвата, Проклетија
  • καταρράκτης στα σλαβομακεδονικά - катаракта, катарактата, катаракт, на катаракта
  • καταρρακτώδης στα σλαβομακεδονικά - поројните, поројни, поројниот, пороен, обилни
  • καταρροή στα σλαβομακεδονικά - хрема
Τυχαίες λέξεις
Καταρρέω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: творец