Καταρρέω στα ισπανικά
Μετάφραση: καταρρέω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
crisis, derrumbamiento, depresión, caída, moldeador, molder, moldeador de, moldeador por, máquina de moldeo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταρρέω
καταρρέω ετυμολογία, καταρρέω αγγλικα, καταρρέω συνωνυμο, καταρρέω english, καταρρέω παπακωνσταντίνου, καταρρέω λεξικό γλώσσας ισπανικά, καταρρέω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- καταριέμαι στα ισπανικά - maldecir, maldición, juramento, jurar, la maldición, maldición de
- καταρράκτης στα ισπανικά - cascada, catarata, cataratas, de cataratas, de catarata, la catarata
- καταρρακτώδης στα ισπανικά - torrencial, torrenciales
- καταρροή στα ισπανικά - catarro, el catarro, catarros, un catarro, catarro de
Τυχαίες λέξεις
Καταρρέω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: crisis, derrumbamiento, depresión, caída, moldeador, molder, moldeador de, moldeador por, máquina de moldeo
Μεταφράσεις: crisis, derrumbamiento, depresión, caída, moldeador, molder, moldeador de, moldeador por, máquina de moldeo