Λειτουργώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: λειτουργώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
starfa, reka, ganga, starfrækja, starfað
Λειτουργώ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λειτουργώ

λειτουργώ πυροσβεστικά, λειτουργώ αγγλικά, λειτουργώ ετυμολογία, λειτουργώ συνώνυμο, λειτουργώ συνώνυμα, λειτουργώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λειτουργώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • λειτουργία στα ισλανδικά - virka, aðgerð, fall, hlutverk, virkni
  • λειτουργικός στα ισλανδικά - hagnýtur, virk, virka, virkni, og hagnýtur
  • λειχήνες στα ισλανδικά - skófir, fléttum, fléttur, skófum, fléttna
  • λειψανοθήκη στα ισλανδικά - reliquary
Τυχαίες λέξεις
Λειτουργώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: starfa, reka, ganga, starfrækja, starfað