Λειτουργώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: λειτουργώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
працаваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειτουργώ
λειτουργώ πυροσβεστικά, λειτουργώ αγγλικά, λειτουργώ ετυμολογία, λειτουργώ συνώνυμο, λειτουργώ συνώνυμα, λειτουργώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, λειτουργώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- λειτουργία στα λευκορωσικά - функцыя
- λειτουργικός στα λευκορωσικά - функцыянальны, функцыянальная
- λειχήνες στα λευκορωσικά - лішайнікі
- λειψανοθήκη στα λευκορωσικά - каўчэг
Τυχαίες λέξεις
Λειτουργώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: працаваць
Μεταφράσεις: працаваць