Λειτουργώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: λειτουργώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rol, opera, funcționa, funcționeze, opereze, funcționează
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειτουργώ
λειτουργώ πυροσβεστικά, λειτουργώ αγγλικά, λειτουργώ ετυμολογία, λειτουργώ συνώνυμο, λειτουργώ συνώνυμα, λειτουργώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λειτουργώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- λειτουργία στα ρουμανικά - funcţionare, rol, operaţie, funcție, funcția, funcției, functie, ...
- λειτουργικός στα ρουμανικά - funcțional, funcțională, funcționale, functional, functionala
- λειχήνες στα ρουμανικά - lichen, lichenii, licheni, lichenilor
- λειψανοθήκη στα ρουμανικά - raclă, reliquary, relicvariu, racla, relicvariu de
Τυχαίες λέξεις
Λειτουργώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: rol, opera, funcționa, funcționeze, opereze, funcționează
Μεταφράσεις: rol, opera, funcționa, funcționeze, opereze, funcționează