Ρέψιμο στα ισλανδικά

Μετάφραση: ρέψιμο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ropi, ropar, ropa
Ρέψιμο στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρέψιμο

ρέψιμο βρέφους, ρέψιμο νεογέννητου, ρέψιμο στομάχι, ρέψιμο πόνος στο στήθος, ρέψιμο κλούβιο αυγό, ρέψιμο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ρέψιμο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ράφι στα ισλανδικά - hilla, hillu, Geymsluþol, Shelf, landgrunninu
  • ρέλι στα ισλανδικά - jaðar, brydda, björgunarlína, líflínu, líflína, skákhornið.is
  • ρέω στα ισλανδικά - rennsli, renna, flæði, flæða, streyma
  • ρήγας στα ισλανδικά - konungur, konungr, konungurinn, konungs, King
Τυχαίες λέξεις
Ρέψιμο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ropi, ropar, ropa