Ρέψιμο στα τούρκικα
Μετάφραση: ρέψιμο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
geğirmek, püskürtme, geğirme, belching, püskürten, belching at
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρέψιμο
ρέψιμο βρέφους, ρέψιμο νεογέννητου, ρέψιμο στομάχι, ρέψιμο πόνος στο στήθος, ρέψιμο κλούβιο αυγό, ρέψιμο λεξικό γλώσσας τούρκικα, ρέψιμο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ράφι στα τούρκικα - raf, rafı, bir raf, şelf
- ρέλι στα τούρκικα - kenar, hayat çizgisi, hayatımın parçası, can simidi, can damarı, lifeline
- ρέω στα τούρκικα - akım, akıntı, akış, akmak, ırmak, aybaşı, akmasına, ...
- ρήγας στα τούρκικα - kral, king, kralı, kralın, şah
Τυχαίες λέξεις
Ρέψιμο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: geğirmek, püskürtme, geğirme, belching, püskürten, belching at
Μεταφράσεις: geğirmek, püskürtme, geğirme, belching, püskürten, belching at