Ρέψιμο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ρέψιμο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arrotar, arrotos, arrotando, arroto, arrota
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρέψιμο
ρέψιμο βρέφους, ρέψιμο νεογέννητου, ρέψιμο στομάχι, ρέψιμο πόνος στο στήθος, ρέψιμο κλούβιο αυγό, ρέψιμο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ρέψιμο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ράφι στα πορτογαλικά - prateleira, tábua, lençol, folha, estante, plataforma, útil, ...
- ρέλι στα πορτογαλικά - limite, margem, raiar, fronteira, bainha, fronteiras, abeirar, ...
- ρέω στα πορτογαλικά - fluxo, riacho, raia, fluir, ribeiro, corrente, afluir, ...
- ρήγας στα πορτογαλικά - rei, bondade, king, o rei
Τυχαίες λέξεις
Ρέψιμο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: arrotar, arrotos, arrotando, arroto, arrota
Μεταφράσεις: arrotar, arrotos, arrotando, arroto, arrota