Στολίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: στολίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
primp
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στολίζω
στολίζω την τάξη μου, στολίζω την τάξη, στολίζω αγγλικα, στολίζω συνώνυμα, στολίζω στα αγγλικά, στολίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στολίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στοιχηματίζω στα ισλανδικά - veðmál, veðmálið, veðja, Boð, að veðja
- στολή στα ισλανδικά - samræmdu, samræmda, samræmt, samræmd, samhljóða
- στολισμός στα ισλανδικά - adornment
- στομάχι στα ισλανδικά - maga, í maga, magann, maginn, magi
Τυχαίες λέξεις
Στολίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: primp
Μεταφράσεις: primp