Στολίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: στολίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
primp
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στολίζω
στολίζω την τάξη μου, στολίζω την τάξη, στολίζω αγγλικα, στολίζω συνώνυμα, στολίζω στα αγγλικά, στολίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στολίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- στοιχηματίζω στα σλαβομακεδονικά - залог, облог, обложувам, најпаметно, најпаметно ти
- στολή στα σλαβομακεδονικά - униформа, униформи, унифицирани, подеднакво, единствен
- στολισμός στα σλαβομακεδονικά - украс, украсувањето, украсување, прекрасен украсу
- στομάχι στα σλαβομακεδονικά - желудник, стомакот, стомак, желудникот, стомачни
Τυχαίες λέξεις
Στολίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: primp
Μεταφράσεις: primp