Στολίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: στολίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
smycka, pryda, Primp, piffa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στολίζω
στολίζω την τάξη μου, στολίζω την τάξη, στολίζω αγγλικα, στολίζω συνώνυμα, στολίζω στα αγγλικά, στολίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, στολίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στοιχηματίζω στα σουηδικά - vad, satsning, bet, insats, spel, insatsen
- στολή στα σουηδικά - uniform, enhetlig, enhetligt, enhetliga, likformig
- στολισμός στα σουηδικά - dekoration, ornament, utsmyckning, orden, prydnad, utsmyckningen, prydnads, ...
- στομάχι στα σουηδικά - mage, underliv, buk, magen, magsäcken, stomachen, magsäck
Τυχαίες λέξεις
Στολίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: smycka, pryda, Primp, piffa
Μεταφράσεις: smycka, pryda, Primp, piffa