Ακουστική στα ισπανικά

Μετάφραση: ακουστική, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acústica, la acústica, acústica de, una acústica, acústicas
Ακουστική στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακουστική

ακουστική μνήμη, ακουστική οικολογία, ακουστική κιθάρα, ακουστική αρχαίων θεάτρων, ακουστική αντίληψη, ακουστική λεξικό γλώσσας ισπανικά, ακουστική στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ακονίζω στα ισπανικά - afilar, vaciar, aguzar, agudizar, afinar, enfocar, perfeccionar
  • ακουμπώ στα ισπανικά - enjuto, apoyarse, seco, desplomarse, tocar, toque, pulse, ...
  • ακουστικός στα ισπανικά - auricular, acústico, auditivo, auditiva, auditivos, auditivas, auditorio
  • ακούσιος στα ισπανικά - involuntario, involuntaria, involuntarios, involuntarias, involuntariamente
Τυχαίες λέξεις
Ακουστική στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: acústica, la acústica, acústica de, una acústica, acústicas