Ακουστική στα ρουμανικά
Μετάφραση: ακουστική, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
acustică, acustica, acusticii, o acustică, acustice
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακουστική
ακουστική μνήμη, ακουστική οικολογία, ακουστική κιθάρα, ακουστική αρχαίων θεάτρων, ακουστική αντίληψη, ακουστική λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ακουστική στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ακονίζω στα ρουμανικά - ascuți, accentua, ascuti, intensifica, sharpen
- ακουμπώ στα ρουμανικά - slab, atinge, atingere, atingeți, apăsați, atingă
- ακουστικός στα ρουμανικά - sunet, auditiv, acustic, auditoriu, auditive, auditivă, auz
- ακούσιος στα ρουμανικά - involuntar, involuntară, involuntare, involuntara, nevoluntar
Τυχαίες λέξεις
Ακουστική στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: acustică, acustica, acusticii, o acustică, acustice
Μεταφράσεις: acustică, acustica, acusticii, o acustică, acustice