Διενέργεια στα ισπανικά

Μετάφραση: διενέργεια, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adquisición, procedimiento, la realización de, realizar, realización, la realización, realización de
Διενέργεια στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διενέργεια

διενέργεια εδε, διενέργεια δημοτικών εκλογών, διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης, διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, διενέργεια δημόσιων διαγωνισμών προμηθειών αγαθών με χρήση ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, διενέργεια λεξικό γλώσσας ισπανικά, διενέργεια στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • διεκδικώ στα ισπανικά - pretender, lucha, disputar, demandar, gresca, pleito, declarar, ...
  • διεκπεραίωση στα ισπανικά - transacción, manejo, manipulación, el manejo, la manipulación, manejo de
  • διεξάγω στα ισπανικά - conducta, comportamiento, modales, guiar, conducir, porte, dirigir, ...
  • διεξοδικός στα ισπανικά - extenso, detallado, detenido, exhaustivo, exhaustiva, exhaustivos, exhaustivas
Τυχαίες λέξεις
Διενέργεια στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: adquisición, procedimiento, la realización de, realizar, realización, la realización, realización de