Εκλέγω στα ισπανικά
Μετάφραση: εκλέγω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escoger, elegir, electo, elegidos, escogidos, elegido, electos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλέγω
εκλέγω conjugation, εκλέγω στα αγγλικά, εκλέγω αόριστος, εκλέγω αρχικοί χρόνοι, εκλέγω λεξικό γλώσσας ισπανικά, εκλέγω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- εκκρίνω στα ισπανικά - soltar, librar, liberar, franquear, eximir, liberación, exudar, ...
- εκκρεμότητα στα ισπανικά - suspensión, suspensi-, suspensi
- εκλέξιμος στα ισπανικά - elegible, elegibles, derecho, subvencionables, optar
- εκλειπτική στα ισπανικά - eclíptica, la eclíptica, eclíptico, elíptica, de la eclíptica
Τυχαίες λέξεις
Εκλέγω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: escoger, elegir, electo, elegidos, escogidos, elegido, electos
Μεταφράσεις: escoger, elegir, electo, elegidos, escogidos, elegido, electos