Εκλέγω στα νορβηγικά

Μετάφραση: εκλέγω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kåre, velge, utvalgte, utvalgtes, utvalgt
Εκλέγω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλέγω

εκλέγω conjugation, εκλέγω στα αγγλικά, εκλέγω αόριστος, εκλέγω αρχικοί χρόνοι, εκλέγω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εκλέγω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • εκκρίνω στα νορβηγικά - frigjøring, befri, avskjed, frigjøre, befrielse, utstråler, utsondrer, ...
  • εκκρεμότητα στα νορβηγικά - bero, Abeyance, bero på
  • εκλέξιμος στα νορβηγικά - passende, kvalifisert, berettiget, kvalifisert til, kvalifiserer, kvalifiserte
  • εκλειπτική στα νορβηγικά - ekliptikken, ecliptic, ekliptikkplanet, avviker fra ekliptikken
Τυχαίες λέξεις
Εκλέγω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kåre, velge, utvalgte, utvalgtes, utvalgt