Εκλέγω στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκλέγω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išrinktasis, išrinktas, išrinkti, išrinktieji, rinkti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλέγω
εκλέγω conjugation, εκλέγω στα αγγλικά, εκλέγω αόριστος, εκλέγω αρχικοί χρόνοι, εκλέγω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκλέγω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκκρίνω στα λιθουανικά - trykšti, almėti, išsiskiria, trykšta, Išskirti
- εκκρεμότητα στα λιθουανικά - laikinas sustabdymas, laikinas panaikinimas, Laikinas neveikimą, Jokių savininko, Laikinas nutraukimas
- εκλέξιμος στα λιθουανικά - tinkamas, teisę, gauti, tinkamos, gali būti
- εκλειπτική στα λιθουανικά - ekliptika, ekliptinis, ekliptycznych, Zaćmieniowy, ekliptinės
Τυχαίες λέξεις
Εκλέγω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išrinktasis, išrinktas, išrinkti, išrinktieji, rinkti
Μεταφράσεις: išrinktasis, išrinktas, išrinkti, išrinktieji, rinkti