Επίθετο στα ισπανικά
Μετάφραση: επίθετο, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
apellido, adjetivo, calificativo, adjective, adjetivo que
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίθετο
επίθετο ενεργός, επίθετο πολύς ασκήσεις, επίθετο στα αγγλικά, επίθετο πολύς-πολλή-πολύ, επίθετο γραμματική, επίθετο λεξικό γλώσσας ισπανικά, επίθετο στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- επίδραση στα ισπανικά - choque, influencia, impacto, efecto, efectos, efecto de, vigor, ...
- επίθεση στα ισπανικά - atentado, asalto, ataque, atracar, saltear, asaltar, embestir, ...
- επίκαιρος στα ισπανικά - oportuno, actual, temático, tópica, tópico, actualidad
- επίκληση στα ισπανικά - invocación, la invocación, invocación de, de invocación, advocación
Τυχαίες λέξεις
Επίθετο στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: apellido, adjetivo, calificativo, adjective, adjetivo que
Μεταφράσεις: apellido, adjetivo, calificativo, adjective, adjetivo que